top of page

Change nothing

Michalis Charalambous, Daniel Tuomey, Petter Yxell 
Curatorial Advisor: Panos Giannikopoulos

Snehta, I. Drosopoulou 47, Kypseli Dimotiki Agora Kypselis, Fokionos Negri, Kypseli.

Opening: Thursday 19th July 7-8pm at Dimotiki Agora Kypselis and 8-10pm at Snehta


Open: Friday 20th / Thursday 26th / Friday 27th July 5-8pm
Tours: Friday 20th / Friday 27th July 7pm, starting at Snehta, I. Drosopoulou 47, Kypseli

 

Snehta inaugurates its first public art residency program with the exhibition CHANGE NOTHING. The exhibition title seems to work as a cynical imperative. It first comes across as a call to inaction, as a political withdrawal, but the inherent irony urges for the meaning to be reversed. 

 

Its vague signification reflects the general frustration and confusion with the use of public space as the ground to claim change. Contemplating on the idea of public and publicness, 

it raises questions on the processes of change, stagnation, and most importantly on the desire yearning for change, that revivifies the political imagination. The wry intent of the title is anchored in the area where the two-month research of the participants took place, Fokionos Negri in Kypseli. Fokionos, having undergone important changes in its social fabric, bears the projections of the fantasies of past prosperity -with a national and class framing- and exoticizations of the present-day life of the neighbourhood.

 

With the public space getting gradually privatised and the private going hyper-public a sentiment of exhaustion bewilderment and inaction is prevailing; instead of seeking for other ways to reorganise the public body towards a -not yet here-, a less harsh futurity, we hold on to the problematic politics of the past. On the same ground, the use of public space seems to withdraw as well. 

 

So, how does art stand in all this? How does public art get into the game? A walk around the city brings forward very specific public art pieces; male hero statues guarding the national identity; monumental visualisations of wet dreams of excellence, success, objectification of the female body. 

 

The exhibition CHANGE NOTHING brings together three artists who address these complex issues of the public space, through performative actions and interventions. Through displacement and disorientation and using the space of the Municipal Agora, the pedestrian area of Fokionos Negri street, the SNEHTA gallery space but also nearby balconies, they respond to and revisit the involvement of art in the public sphere. Their work, embodying various forms - performance, ceramic, video, sculpture, installation and photography - demonstrates attempts to bring forward the voids and silences but also the poetic absurdities and the erotics of the public space. With discreet and playful gestures, they are trying to expand the notions of public sphere and unfold its potentiality, opposing the dominant, the heroic and the monumental. 

 

Michalis Charalambous (b. Cyprus) presents a ceramic vessel installation, combining shapes reminiscent of modernist structures and/or microorganisms ready to spread. These ceramics either demarcated or scattered in the semi-public space work both as representations of a sense of lack, of absence but also as objects of desire. Lust and absence are bound together. With holes and penetrating iron bars, they bring forward the importance of modernism -that frames the public space of the exhibition area- and its ideas but also its failures. To paraphrase William Pope L’s Hole Theory, Lack is where it’s at. To engage via these containers is not to know them once and for all. Lack is an ongoing interaction. 

 

Daniel Tuomey (b. Ireland), taking the role of the city visitor, is developing a character that acknowledges and destabilizes the exoticizing gaze. He takes the position of a street salesman gone private with merchandise drawn from the most recent architecture, hawking modernism as an antiquity. In his performative, installation and sound works there is a concern with the public/private as external/internal, and the transgressive and uncertain moments of revelation or vulnerability that reveal or maybe even constitute this divide. He uses the balcony as a reference structure drawing from its formal variations but common functionality. As an alternative to the monumental, macho endurance of a stone statue, he proposes the flexibility and transience of music or cloth, introducing them to the public in a subtle yet dynamic way. 

 

Petter Yxell (b. Sweden), from a post-anthropocentric perspective, expands the notion of polis including environment and non-hierarchical networks of relations. He plays with the perceptions of private -public, natural - constructed, placing sculptures of domestic objects into the public space and elements of the public sphere and the outdoor environment into the gallery. His work invokes relations of power in its inversions of them. Yxell, explores the conflicts of subjectivity, otherness, heterogeneity, and the human status with its vulnerable limits. He poses questions in the processes of acknowledging subjectivity in specific forms of life. Looking into the fauna and flora of his research area he highlights these forms of life that are present but considered either invasive or are simply overlooked. By recognising that an inventive cohabitation is constantly happening, whether it is acknowledged or opposed, one can start to expand the notion of architecture, the notion of the public, the notion of urban space, to account for and include more. In that inclusion, that decentering, and that expanded

solidarity, lies exciting possibilities for the new.

___

Change nothing

Michalis Charalambous, Daniel Tuomey, Petter Yxell 

Επιμέλεια: Πάνος Γιαννικόπουλος

 

Η Snehta με την έκθεση CHANGE NOTHING, εγκαινιάζει το πρώτο residency πρόγραμμα εστιασμένο στην τέχνη στο δημόσιο χώρο. Ο τίτλος της έκθεσης λειτουργεί αρχικά  ως κυνική επιταγή. Συστήνεται ως ένα κάλεσμα για μη δράση, ως πολιτική απόσυρση με τη σχεδόν προφανή ειρωνία όμως, να θέλει να ανατρέψει αυτή τη συνθήκη. 

 

Η αρχικά απροσδιόριστη τοποθέτηση του τίτλου αντικατοπτρίζει τη γενική σύγχυση και την αμηχανία με το δημόσιο χώρο και το ρόλο του στα κοινά. Η έκθεση, αναστοχάζοντας πάνω στην ιδέα του δημόσιου, θέτει ερωτήματα σχετικά με τις πολιτικές διαδικασίες αλλαγής ή στασιμότητας αλλά κυρίως στρέφεται στη -συγκροτησιακή για το πολιτικό- επιθυμία και κινητοποίηση για αλλαγή. 

 

Η σκωπτική διάθεση του τίτλου, έχει άμεση σχέση με την περιοχή στην οποία εστιάζει η δίμηνη έρευνα των καλλιτεχνών και που λαμβάνει χώρα η έκθεση, την Φωκίωνος Νέγρη, στην Κυψέλη· μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στον κοινωνικό ιστό και πάνω στην οποία προβάλλονται τόσο φαντασιώσεις της παρελθούσας ευμάρειας με εθνικό και ταξικό πρόσημο, όσο και εξωτικοποιήσεις της παρούσας καθημερινότητας της γειτονιάς. 

 

Με το δημόσιο χώρο να γίνεται ολοένα και πιο ιδιωτικός και τον ιδιωτικό να περνάει στη σφαίρα της συνεχόμενης δημόσιας έκθεσης, δημιουργείται μια συνθήκη αμηχανίας, εξάντλησης και απάθειας. Αντί της ανασυγκρότησης του δημόσιου σώματος με βλέψη μια άλλη λιγότερο απογοητευτική μελλοντικότητα, παραμένουμε δέσμιοι των προβληματικών πολιτικών του παρελθόντος. Ομοίως, η χρήση του δημόσιου χώρου και η δράση μας σε αυτόν φαίνεται να γίνεται μη χρήση και μη δράση. 

 

Ποιος είναι όμως ο ρόλος της δημόσιας τέχνης σε αυτή τη συνθήκη; Τα παραδείγματα θεσμικής δημόσιας τέχνης φαίνεται να έχουν πολύ συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Από καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα ως προτομές ηρώων που φρουρούν την εθνική ταυτότητα: μνημειακές εικονοποιήσεις ονειρώξεων αριστείας, επιτυχίας και αντικειμενοποίησης του γυναικείου σώματος. 

 

Η έκθεση CHANGE NOTHING συγκεντρώνει τρεις καλλιτέχνες που ασχολούνται με αυτά τα περίπλοκα ζητήματα του δημόσιου χώρου, μέσω καλλιτεχνικών επιτελεστικών ενεργειών και παρεμβάσεων. Παίζοντας με απρόσμενες μετατοπίσεις και αποπροσανατολίζοντας το θεατή με την παρουσίαση της δουλειάς τους, χρησιμοποιούν χώρους όπως ο πεζόδρομος της Φωκίονος Νέγρη, η Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, ο εκθεσιακός χώρος της SNEHTA αλλά και μπαλκόνια των γύρω κτηρίων, επανεξετάζοντας τη συμμετοχή της τέχνης στη δημόσια σφαίρα αλλά και τις ίδιες τις έννοιες του δημοσίου και ιδιωτικού.  

 

 Η δουλειά τους, ενσωματώνοντας διάφορες μορφές έκφρασης - performance, κεραμική, γλυπτική, εγκαταστάσεις, φωτογραφία και ηχητικά έργα - καταδεικνύει τα κενά και τις σιωπές του δημόσιου χώρου, αλλά και τα ποιητικά παράλογα και την επιθυμητική σχέση μαζί του. Με διακριτικές και παιχνιδιάρικες χειρονομίες, προσπαθούν να επεκτείνουν τις έννοιες της δημόσιας σφαίρας και να ξεδιπλώσουν την δυνητικότητά της, απέναντι στο κυρίαρχο, το ηρωικό και το μνημειώδες.

 

Ο Μιχάλης Χαραλάμπους (Κύπρος) παρουσιάζει μια εγκατάσταση με κεραμικά δοχεία που συνδυάζουν σχήματα που μοιάζουν με αρχιτεκτονικές δομές του μοντερνισμού και ταυτόχρονα με μικροοργανισμούς που είναι έτοιμοι να εξαπλωθούν. Αυτά τα κεραμικά είτε πλαισιωμένα είτε διάσπαρτα στον ημι-δημόσιο χώρο λειτουργούν τόσο ως αναπαραστάσεις μιας αίσθησης έλλειψης / απουσίας, αλλά και ως αντικείμενα επιθυμίας. Η επιθυμία και η απουσία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Με οπές και σιδερένιες ράβδους που τις διαπερνούν, οι μορφές αυτές προβάλλουν τη σημασία του μοντερνισμού - που πλαισιώνει τον δημόσιο χώρο της έκθεσης- τις ιδέες αλλά και τις αποτυχίες του. Η έλλειψη εδώ, είναι μια διαρκής αλληλεπίδραση. Παραφράζοντας το Theory of Hole, του William Pope. L, η συμπλοκή με αυτά τα δοχεία είναι η μη γνώση τους. Η έλλειψη είναι το σημείο που βρισκόμαστε. 

Ο Daniel Tuomey (Ιρλανδία), λαμβάνοντας υπόψη το ρόλο του επισκέπτη, αναπτύσσει έναν χαρακτήρα που αναγνωρίζει και αποσταθεροποιεί το βλέμμα που εξωτικοποιεί. Παίρνει τη θέση ενός πλανόδιου πωλητή που μεταφέρεται στον ιδιωτικό χώρο με εμπορεύματα που χρησιμοποιούν στοιχεία από την πιο πρόσφατη αρχιτεκτονική, προβάλλοντας τον μοντερνισμό ως αρχαιότητα. Στις performances, την εγκατάσταση και τα ηχητικά του έργα ασχολείται με τις εντάσεις μεταξύ δημόσιου / ιδιωτικού, εξωτερικού / εσωτερικού, και τις παραβατικές και αβέβαιες στιγμές αποκάλυψης ή ευαλωτότητας που τις φανερώνουν ή ίσως και τις συγκροτούν. Χρησιμοποιεί επίσης το μπαλκόνι ως δομή αναφοράς παρατηρώντας τις διάφορες παραλλαγές τους σε σχέση με τη λειτουργία που παραμένει κοινή. Ως αντίσταση στην αρρενωπή μνημειακότητα και «αντοχή» ενός αγάλματος αντιπροτείνει την ευελιξία και τα εφήμερα χαρακτηριστικά της μουσικής και του υφάσματος. 

 

Ο Petter Yxell ( Σουηδία), από μια μετα-ανθρωποκεντρική προοπτική, επεκτείνει την έννοια της πόλης, συμπεριλαμβάνοντας το περιβάλλον και μη ιεραρχικά σχεσιακά δίκτυα. Παίζει με τις εννοιολογήσεις του ιδιωτικού - δημοσίου, φυσικού - κατασκευασμένου, τοποθετώντας γλυπτικά στοιχεία οικιακών αντικειμένων στο δημόσιο χώρο και στοιχεία της δημόσιας σφαίρας και του εξωτερικού περιβάλλοντος στον εκθεσιακό χώρο. Το έργο του φέρνει στην επιφάνεια τις σχέσεις εξουσίας και επιχειρεί να μετατοπίσει το έδαφος πάνω στο οποίο στηρίζονται. Ο Yxell, διερευνά τις αντιπαραθέσεις υποκειμενικότητας, διαφορετικότητας, ετερογένειας και ανθρωπινότητας με τα ευάλωτα όριά τους. Θέτει ερωτήματα για τις διαδικασίες αναγνώρισης της υποκειμενικότητας σε συγκεκριμένες μορφές ζωής. Εξετάζοντας την πανίδα και τη χλωρίδα του χώρου της έρευνάς του, προβάλλει αυτές τις μορφές ζωής που είναι παρούσες αλλά είτε θεωρούνται ξενικές / χωροκατακτητικές είτε απλώς παραμένουν αόρατες. Αναγνωρίζοντας ότι μια εφευρετική συγκατοίκηση συμβαίνει συνεχώς, είτε είναι αναγνωρισμένη είτε όχι, μπορεί κανείς να αρχίσει να επεκτείνει τις έννοιες της αρχιτεκτονικής, του κοινού, του αστικού χώρου, έτσι ώστε να αναφέρονται σε και να συμπεριλαμβάνουν όλο και περισσότερα. Σε αυτή την διαδικασία ένταξης, η αποδυνάμωση του ανθρώπινου ως του κέντρου και η επεκτεινόμενη αλληλεγγύη δημιουργούν συναρπαστικές δυνατότητες για κάτι νέο.

bottom of page